Μια πόρτα, μια γοργόνα, και μια βόλτα…

Ένα σπίτι κάτω από τα τείχη της πόλης. Αυτό ψάχναμε. Ένα σπίτι κοντά σε ένα κάστρο, μπορεί και στις πιο δύσκολες στιγμές του, να κλέψει λίγο παραμύθι. Και να σωθεί. Πάνε τώρα, 12 χρόνια. Ατέλειωτο περπάτημα στα στενά, τις μέρες που ο καιρός ήταν με το μέρος μας. Και τις βροχερές μέρες σουλατσάρισμα με το ολοκαίνουριο (μα ήδη παλιό), αμαξάκι. Σούπερ μέρες.

– “Εσύ θα κοιτάς δεξιά κι εγώ αριστερά”. 
Τα χαρτιά με τα ωραία κόκκινα γράμματα “Ενοικιάζεται”, αυτά ψάχναμε. Κάπου ανάμεσα σε όλες αυτές τις βόλτες, την είδα. Μια πράσινη ξύλινη πόρτα, ακουμπισμένη σε έναν πράσινο κάδο σκουπιδιών. Ψιλοέβρεχε. Όπισθεν. Άτσαλο διπλοπαρκάρισμα με αλάρμ, σήμα χαράς. Όταν πλησίασα την πόρτα, είδα πως υπήρχε καρφιτσωμένη πάνω της μια ζωγραφιστή μοβ γοργόνα. Υπέροχη. Ζωγραφισμένη με την τεχνική της βυζαντινής αγιογραφίας. Σαν κάποιος αγιογράφος να είχε κουραστεί από τους ατελείωτους κανόνες της τεχνικής του και να αμάρτησε χρησιμοποιώντας αυτήν την ίδια του την τεχνική, για να ζωγραφίσει μια γοργόνα γυμνή. Κι ας τον έβαζε τιμωρία ο Θεός. Ίσως η τιμωρία του, να ήταν η απόφασή του να πετάξει όλη την όμορφη πράσινη πόρτα του. Μαζί με την γοργόνα.

Κόρνες. 
– “έλα μπες”, κόψαμε την κίνηση”. 
– “μα την θέλω”.
– “είναι μεγάλη, δεν χωράει στο αμάξι”.
– “θα την κουβαλήσω με τα πόδια”.
Κόρνες.
– “είναι βαριά, έχεις το νεφρό σου”
Κόρνες. .
– “κάνε κύκλο και έλα να την φορτώσουμε, χωράει σου λέω”.
Χώρεσε. 
– “τι θα την κάνεις;”
– “θα την ζωγραφίσω”.
Την χάρτινη γοργόνα την ελευθέρωσα από την καρφίτσα που την στερέωνε στην πόρτα. Πονούσε. 
Και είναι το μοναδικό εικόνισμα στο οποίο κάνω τις άθλιες προσευχές μου.
Την πράσινη πόρτα, 10 χρόνια μετά, την ζωγράφισα.
Κρατούσα σημειώσεις επιμελώς όλο αυτόν τον καιρό, γιατί από την αποθήκη, μου σιγοψιθύριζε:
…” ζωγράφισέ μου: μια γοργόνα τυφλή, μια κόκκινη παπαρούνα,  πουλάκια, πολλά πολλά φεγγάρια, μια μαγική πόλη όπου μέσα στα σπίτια της έτυχε την ίδια στιγμή να διαβάζουν όλοι το ίδιο ποίημα, μια Πάττυ, χαμομίλια, ένα κυπαρίσσι που το σχήμα του το έφτιαξε ο αέρας, δυο θάλασσες”…
Τώρα ζωγραφισμένη, η πράσινη πόρτα, είναι ΣΚΑΛΑ  Σ  ΤΑΣΤΕΡΙΑ.