Ένα μικρό διήγημα


Χτες βρέθηκα έξω από την Αγγελάκη για πολλοστή φορά, τούτες τις μέρες και ήταν τόσο μεγάλη η λύπη για την αστυνομοκρατούμενη Δ.Τ., την σουρρεαλιστική ανεμελιά των παιδιών στις καφετέριες, τα υπέροχα βλέμματα των αγαπημένων του ραδιοφώνου που διαλυμένοι από την κούραση συνεχίζουν και συνεχίζουν που μόλις γύρισα σπίτι γράφτηκε μόνο του αυτό το μικρό κείμενο. Το αφιερώνω ξανά και ξανά στους ανθρώπους του ραδιοφώνου που αγάπησα και στην χαμένη μας δημοκρατία.
Σκόρπιες σκέψεις έξω από την Αγγελάκη
Πιο καλύτερα από όλα μου αρέσει η ασπίδα μου. Εντάξει είναι πάρα πολύ όμορφη . Και το πλέξι -γκλας  το καινούριο, πολύ πιο ωραίο από του Μιχάλη, που επειδή είχε ασπίδα πιο πολύ καιρό από μένα με φώναζε χαζό και όλο με βαρούσε στην πλάτη να πονάω και όλο σφαλιάρες, δήθεν χαιρετούρα, αλλά πάντα να τσούζουν . Μωρέ καλά κάνω και δεν βγάζω το κράνος με τίποτα. Ζέστη ξεζέστη, σκας, ξεσκάς, μεγάλη υπόθεση να γλιτώνεις 5-6 φάπες του πιο μεγαλύτερου.  Τώρα έχει σκάσει από τη ζήλια του ο Μιχαλάκης, χα χα χα, δες πως κοιτάει το βλήμα,  η δικιά του έχει όλο γρατζουνιές ενώ η δικιά μου, ουάου, δες πως λάμπει  στον ήλιο.  Κάτσε θα την γυαλίσω λίγο, α ρε μανούλα, καλά που μου έβαλες το μαντηλάκι στην τσέπη. Και το χνώτο μου αγιασμός, έτσι δε λες; Αστράφτει η άτιμη. Να γι΄αυτό μ’ αρέσει η λιακάδα. Όσο και να σκάω, εμένα μ’ αρέσει, γιατί γυαλίζουν τα όπλα μου.
Ευτυχώς πάω και γυμναστήριο από πιο μικρός και δεν καταλαβαίνω Χριστό από βάρος, γιατί μ’ αρέσει να κουβαλάω όλα τα τσαντάκια που μας έδωσαν. Μ’ αρέσει πάρα πολύ που έχω πάνω μου τις κροτίδες και στο χωριό, τις ξεφτιλίζω τα Πάσχα. Έτσι όπως σκάνε και τρομάζουν οι φλώροι, που μας κάνουν και τους μάγκες και μας βρίζουν τα ζώα τα όρθια. Αχ πολύ το φχαριστιέμαι να τους κάνω να τρέχουν σαν ποντίκια. Νομίζουν πως κάποιοι είναι. Σαν τη συμμαθήτριά μου την Ελένη την ωραία που ούτε να με φτύσει, όλο διάβαζε και διάβαζε ποιήματα.  Τώρα είμαστε απέναντι ωραία Ελένη και με κοιτάς ακόμη σαν να ήμουν σκατό, αλλά κάτσε να φας το δακρυγόνο στη μούρη και τότε θέλεις δεν θέλεις θα κλάψεις. Εγώ θα σε κάνω να κλάψεις μωρή.
 Θα φοράω την ωραία μου τη μάσκα, που έχω στο άλλο το τσαντάκι το τετραγωνισμένο και καρφί δεν θα μου καίγεται, ούτε που θα σου στραπατσάρω την όμορφή σου μάπα, ούτε και το 9, κάτω από τη βάση του βλάκα του μαθηματικού κυρίου Αποστόλου στην γεωμετρία. Ξέρω πως το τσαντάκι μου είναι ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο  μαλάκα Αποστόλου και πως το γκλοπ που θα του σπάσω το γεμάτο αριθμητική κεφάλι του, είναι κύλινδρος. Με την λαβή θα στο σπάσω κύριε Αποστόλη το ηλίθιο κεφάλι σου γιατί το λαστιχένιο κυλινδράκι θα το κρατάω στο χέρι σαν σβήστρα, να σβήνω και να σβήνω τους όμοιούς σου. Με γκλοπιές.
Και οι περικνημίδες μου και οι επωμίδες μου, σκίζουν, ολοκαίνουριες και μαύρες και γυαλιστερές. Ποιο ωραίος και από τον Λεονάρντο και τους φίλους του που έβλεπα τις Κυριακές κινούμενα στην τηλεόραση. Όρθιος μπορώ να στέκομαι και μέχρι τη Δευτέρα παρουσία. Να με φοβάστε και από μέσα σας να με βρίζετε. Σκασίλα μου. Να ορίστε, ο κύριος που πέρασε φάνηκε πως με καμαρώνει. Και η κυρία πριν με τσέκαρε με το βλέμμα και ήταν σαν μου έλεγε, είσαι λεβέντης.  Αυτούς φυλάω από σας ρεμάλια, που με κοιτάτε έτσι λοξά. Σας έχω γραμμένους ρε. Πω πω δες αυτό το τσογλάνι- ωραία είναι η άτιμη- πέρασε η μαλακισμένη και έφτυσε μόλις με κοίταξε. Έτσι μου έρχεται να βγάλω το ωραίο μου το οπλάκι, να πετάξω τις σφαίρες πιπεριού και να βάλω αληθινές. Να δεις τι θα γίνει το κεφάλι σου ηλίθια. Θα στο τίναζα στον αέρα και από απόσταση, μην λερώσω και την ωραία μου τη χακί τη φόρμα.
Εντάξει και μέσα στην κλούβα που μας είχαν κλεισμένους με τις ώρες σκασίλα μου, έπαιζα με το i-phone μου το 5άρι,  ζώα με τα φτηνιάρικα τα κινητά σας. Έχω και ασύρματο άμα μου γουστάρει.
Θα πάω να πάρω καφεδάκι σε λίγο, φρεντουτσίνο σπέσιαλ διπλό. Είναι μια ωραία γκόμενα στα Μικέλ, με γουστάρει, να δεις, όλο κέικ με κερνάει. Καλή φάση εδώ στην Αγγελάκη. Έχει και μια Α’ καλή περαντσάδα εκτός από τις πατσαβούρες που μπαινοβγαίνουν στο κτίριο που φυλάμε. Κοίτα να δεις που ξέχασα γιατί μας κουβαλάνε εδώ κάθε τρεις και λίγο. Κάτι με την τηλεόραση και το ραδιόφωνο και τέτοια. Θα ρωτήσω τον Βαγγέλη μετά.
Ε ρε ζέστη, σκάω γαμώτο. Και η ασπίδα μου, με την ωραία την δερμάτινη ζώνη της, ώρες ώρες βαραίνει πολύ. Κάτσε να στηριχτώ πάνω της. Ουφ βαρέθηκα. Καλά κάτσε να πέσει εντολή και θα σας γαμήσω όλους στο ξύλο, μπάσταρδοι.
Αυτά σκεφτόταν ο Νικόλαος Αλεξάνδρου, Ετών 24, ειδικός φρουρός των ΜΑΤ, έξω από την Δ.Τ.  στην Αγγελάκη Θεσσαλονίκης στις  7-11-2013 κατά  το μεσημεράκι.